Πρωτοχρονιά - Νέο Έτος
Έθιμα και Παράδοση
Αυτή η ημέρα καλύπτεται από ένα πλήθος λαϊκών εθίμων, με πράξεις και ενέργειες μαγικές, που έχουν την προέλευσή τους στα βάθη των αιώνων.
Οι ελληνικές λαϊκές παραδόσεις, θέλουν τον Άγιο Βασίλειο είτε ζευγολάτη που γυρίζει και ευλογεί τα χωράφια, είτε οδοιπόρο ή μάντη.
Τη μέρα αυτή γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Βασιλείου, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους πατέρες της εκκλησίας. Ο Αγιος Βασίλης ενσαρκώνει για το λαό,
το πνεύμα του καινούργιου χρόνου.
Η καλοσυνάτη μορφή του με τη λευκή γενειάδα, τα κάτασπρα μαλλιά το γλυκό χαμόγελο, το μειλίχιο βλέμμα, δεσπόζει παντού, τριγύρω μας τις μέρες τις γιορτινές. Αυτή την εικόνα η λαϊκή φαντασία έπλασε και ριζώθηκε στην ψυχή μας. Και τον οραματιζόμαστε να έρχεται από τη μακρινή Καισάρεια, φορτωμένος δώρα και χίλια καλά.
Από το Βυζάντιο και συγκεκριμένα από το χειρόγραφο του δωδεκάτου αιώνα, έχουμε το επόμενο αλφαβητάριο, που θυμίζει παρόμοια νεοελληνικά που τα λένε σήμερα τα παιδιά.
Να ο ψυχωφελής βυζαντινός αλφάβητος του δωδεκάτου αιώνα.
Αλφα. Αρχηγός των απάντων.
Βήτα. Βασιλεύει κύριος.
Γάμμα. Γεννάται ο Χριστός.
Δέλτα. Δια λόγου Θεϊκού.
Εψιλον. Ερχεται επί γης.
Ζήτα. Ζωήν φέρει εν τω κόσμω.
Ητα. Ηλιος και σελήνη.
Θήτα. Θεόν προσκινούσιν.
Το περιεχόμενο του Βυζαντινού αλφαβήτου στη Γέννεση του Χριστού, δηλαδή στο κοσμοϊστορικό γεγονός που τα μικρά παιδιά μας αναγγέλουν με τα κάλαντα των Χριστουγέννων και με την Αλφα - Βήτα του μικρού Αη-Βασίλη, στα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς.
Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς στη Σιάτιστα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας κάνουν τυρόπιτα ή κολοκυθόπιτα γλυκειά και μέσα βάζουν νόμισμα τον παρά που λένε. Πριν αρχίσει το φαγητό κόβουν την πίτα σε κομμάτια για κάθε άτομο στο σπίτι, χωράφια, αμπέλια και ζώα και κατόπιν ψάχνουν να βρουν το νόμισμα. Οποιος βρει το νόμισμα είναι τυχερός της χρονιάς και κάτι καλό θα του συμβεί.
Με την ημέρα της Πρωτοχρονιάς συνδέθηκαν διάφορες προλήψεις, όπως η επιλογή από την οικογένεια του ατόμου το οποίο θα περάσει πρώτο το κατώφλι του σπιτιού, το πρωί της πρώτης του έτους για το "ποδαρικό". Την ίδια μέρα αποφεύγουν να προσφέρουν ο,τιδήποτε, έξω από το σπίτι, ούτε να ρίξουν νερό έξω απ' αυτό.
°.˛*.˛.°★。˛°.★** *★* *˛.
˛ °_██_*。*./ ♥ \ .˛* .˛.*.★* *★ 。*
˛. (´• ̮•)*˛°*/.♫.♫\*˛.* ˛_Π_____. * ♥ ˛*
.°( . • . ) ˛°./• '♫ ' •\.˛*./______/~\*. ˛*.。˛* ˛. *。
*(...'•'.. ) *˛╬╬╬╬╬˛°.|田田 |門|╬╬╬╬
Αι-Βασίλης
Η μορφή του Αι-Βασίλη
Ο καθηγητής της Λαογραφίας Δημήτρης Λουκάτος στο βιβλίο του«Χριστουγεννιάτικα και των γιορτών» γράφει:
Ο δικός μας άγιος Βασίλης
ήταν ένας καθαρά πρωτοχρονιάτικος άγιος, κάτι ανάμεσα στον πραγματικό Ιεράρχη της Καισαρείας και σ' ένα πρόσωπο συμβολικό του Ελληνισμού, που ξεκινούσε από τα βάθη της ελληνικής Ασίας, κι έφτανε την ίδια μέρα σ' όλα τα πλάτη, από τον Πόντο ως την Επτάνησο κι από την Ήπειρο ως την Κύπρο.
Ξεκινούσε σαν μεσαιωνικός πεζοπόρος, αμέσως ύστερ' από τα Χριστούγεννα,
με το ραβδί στο χέρι, και περνούσε απ' τους διάφορους τόπους,
καλόβολος πάντα και κουβεντιαστής με όσους συναντούσε.
Δεν κρατούσε κοφίνι στην πλάτη του ούτε σακί φορτωμένο με δώρα.
Εκείνο που έφερνε στους ανθρώπους ήταν περισσότερο συμβολικό:
η καλή τύχη ιδιαίτερα κι η ιερατική ευλογία του.
Το μόνο κάπως συγκεκριμένο ήταν το μαγικό ραβδί του, απ' όπου με θαυμαστό τρόπο βλάσταιναν ή ζωντάνευαν κλαδιά και πέρδικες, σύμβολα των αντίστοιχων δώρων, που θα μπορούσε να μοιράσει στους ευνοουμένους του.
Η πατρίδα του ανατολικού Αι-Βασίλη είναι η Μικρά Ασία, και είναι γραμματισμένος, κατάγεται από την Καισαρεία και «βαστάει κόλλα και χαρτί, χαρτί και καλαμάρι» και προσφέρει ως δώρο « τη σταθερή και διαχρονική χαρά της γνώσης» .
Στην Δύση υπήρχε άλλος τύπος του δικού μας Αι-Βασίλη.
Στην Ευρώπη και ιδίως στην Ολλανδία ήταν ο Sinter Klaas, ο οποίος ήταν ο προστάτης των ναυτικών, των εμπόρων και των παιδιών, έτσι όπως αυτός λατρεύτηκε στις κάτω Χώρες, κυρίως από τον 12ο αιώνα και μετά.
Τον 17ο αιώνα Ολλανδοί Καλβινιστές μεταναστεύοντας στην Αμερική έπαιρναν μαζί τους και την εικόνα του Αγίου Νικολάου και έγινε ο Saint Nick και ο Santa Claus. Μετακινήθηκε όμως μερικές εβδομάδες αργότερα για να επισκεφθεί τα παιδιά την παραμονή των Χριστουγέννων.
Ο τύπος αυτός ταξίδευσε και σε άλλες Χώρες. Γύρω στα 1870 η γλυκιά και γενναιόδωρη μορφή του ταξίδεψε και στην Βρεταννία, όπου και συγχωνεύτηκε με τον σκανδιναβικής προέλευσης, πατέρα των Χριστουγέννων και γέννησε μύθους, θρύλους, τραγουδάκια και αξεπέραστες συνήθειες.
Ταυτιζόμενος ο Saint Nick, με τον Santa Claus και τον Father Christmas μεταφέρθηκε στην Αμερική
από τους Ευρωπαίους μετανάστες και όπως ήταν επόμενο εκεί αλλάζει μορφή, αποκτά την μορφή του καλοθρεμμένου και ολοπόρφυρου αγίου, που επειδή δεν μπορεί να ζει στις χιονισμένες πλαγιές του Άσπεν ή του Βερμόντ για λόγους παραδοσιακής αλλά και εμπορικής αποστασιοποίησης μένει κάπου στον Βόρειο Πόλο» .
Βεβαίως, εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι αυτός ο "τύπος", που στην Ευρώπη και την Αμερική ονομάσθηκε Saint Nick, Santa Claus και Father Cristmas,
από μας ονομάζεται Αι-Βασίλης.
Οι δυτικοί δεν τον ονομάζουν Αι-Βασίλη, αλλά Saint Nick, Santa Claus και Father Cristmas.
Εμείς ταυτίσαμε τον δυτικό αυτόν "τύπο" με τον Αι-Βασίλη, αφού εξοβελίσαμε τον δικό μας Άγιο Βασίλειο.
Ο σημερινός Αι-Βασίλης
Η ιστορία αυτή εικονογραφήθηκε από τον πατέρα του χιουμοριστικού αμερικανικού σχεδίου Τόμας Νάστ, ο οποίος ήταν γερμανικής καταγωγής και δανείστηκε στοιχεία από την γερμανική λαϊκή παράδοση των Χριστουγέννων αλλά και την παραδομένη μορφή του πλανόδιου γερμανού εμπόρου .
Υπάρχουν αναλύσεις σύμφωνα με τις οποίες « ο Άγιος Βασίλης γεννήθηκε κατά τη διάρκεια του αμερικανικού Εμφυλίου, όταν ο Νάστ εργαζόταν στο Harper's Weekly, στο μεγαλύτερο περιοδικό της εποχής, και του είχε ανατεθεί να απεικονίζει με αλληγορικές εικόνες τα δρώμενα του πολέμου. Μία από αυτές ήταν "ο Άγιος Βασίλης στο στρατόπεδο", όπου παρουσιάζεται για πρώτη φορά ο Άγιος με τα χαρακτηριστικά ενός ευτραφούς άνδρα, ολοστρόγγυλου και ροδαλού, καλυμμένου από άστρα, ο οποίος μοίραζε δώρα σε ένα στρατόπεδο των Βορείων. Ο Άγιος Βασίλης του Νάστ δεν εξελίχθηκε, παρέμεινε ο ίδιος με το κόκκινο κουστούμι με τα λευκά γουνάκια, την άσπρη γενιάδα και τα παιχνίδια του.
Με αυτό το σκίτσο, τα Χριστούγεννα έγιναν ημέρα αργίας και ο Άγιος Βασίλης αναγορεύτηκε σε τοπική θεότητα - καλόκαρδο πνεύμα που αντιπροσώπευε την ευημερία και την οικογενειακή ζωή των Βορείων, σε αντίθεση με το μύθο της ιπποτικής παράδοσης και της βαθύτατα ιθαγενούς κολτούρας του Νότου.
Βασισμένος στην επιτυχία που γνώρισε το έργο του το 1862, ο Νάστ συνέχισε να παράγει σχέδια του Άγιου Βασίλη κάθε Χριστούγεννα κατά την περίοδο του Εμφυλίου Πολέμου.
Και η σύλληψή του έγινε αποδεκτή, διότι έδωσε στην παραδοσιακή ασκητική αυστηρή και αποστεωμένη εικόνα του Father Christmas του Pelze - Nicol και του Pere Noel, μια άλλη διάσταση που αντικατόπτριζε την αφθονία και την ευμάρεια.
Στις αρχές του αιώνα μας
ο αι-Βασίλης άλλαξε κάπως μορφή, και έγινε όπως ακριβώς τον γνωρίζουμε σήμερα. Σε αυτό συνετέλεσε η Κόκα-Κόλα. Κι αν ήταν ο σκιτσογράφος Τόμας Νάστ που τον φαντάστηκε πρώτος, περίπου όπως είναι σήμερα, η Κόκα-Κόλα αποτέλεσε την αφορμή για να γίνει η μορφή του τόσο δημοφιλής. Στα 1931, που η Κόκα Κόλα αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τον Σάντα Κλάους στη χειμωνιάτικη διαφημιστική της εκστρατεία και ανέθεσε σε έναν άλλο Αμερικανό καλλιτέχνη, τον Χάντον Σάνμπλομ, να τον σχεδιάσει. Εκείνος διάλεξε για τον Άγιο τα χρώματα της Κόκα Κόλα καί... να τος, με τις μαύρες μπότες του, το μακρύ σκουφί του, το κόκκινο κοστούμι του και την άσπρη του γούνα, όπως τον γνωρίσαμε και τον αγαπήσαμε.
Αι-Βασίλης και καμινάδες
Επομένως
ο αι-Βασίλης της Μικράς Ασίας που είναι εγγράμματος και δίδει ως δώρο την γνώση, μετατρέπεται στον Σάντα Κλάους που δίδει την εφήμερη ηδονή της κατανάλωσης και έρχεται σε μας μετονομαζόμενος σε Αι-Βασίλη.
Άγιος Νικόλαος ή Σάντα Κλάους
Για τις χώρες της Δύσης αυτός που φέρνει τα δώρα στους φτωχούς και τα παιδιά είναι ο Άγιος Νικόλαος ή Santa Clause, τον οποίο στην Ελλάδα γιορτάζουμε στις
6 Δεκεμβρίου και τον θεωρούμε προστάτη των Ναυτικών.
Στην Ιστορία του Αγίου Νικολάου, ως προστάτη των φτωχών και των παιδιών, οι λαοί του βορρά ανάμιξαν και στοιχεία από αρχαιότερους μύθους, όπως τα ξωτικά, το άστρο του βορρά, το έλκηθρο. Έτσι δημιουργήθηκε ο μύθος του Σάντα Κλάους, ενός ευτραφούς τύπου με στρογγυλά γυαλιά λευκά γένια, κόκκινη στολή και μαγικές ικανότητες, ο οποίος κατοικεί στο Βόρειο Πόλο και περιστοιχίζεται από νεράιδες του χιονιού και ξωτικά.
Ο Άγιος Νικόλαος εικονογραφείται στην ορθόδοξη παράδοση, ως γέροντας, ασπρογένης επίσκοπος και επειδή την πρώτη του Γενάρη γιορτάζει ο Άγιος Βασίλειος και συνηθίζουμε να προσφέρουμε δώρα την Πρωτοχρονιά, συνδυάστηκε το όνομα του εορτάζοντος Αγίου Βασιλείου με τη μορφή του άλλου Αγίου, του Αγίου Νικολάου, ο οποίος θεωρείται στη Δύση ως ο καλός παππούς Άγιος, που μοιράζει τα δώρα.
6 Δεκεμβρίου και τον θεωρούμε προστάτη των Ναυτικών.
Στην Ιστορία του Αγίου Νικολάου, ως προστάτη των φτωχών και των παιδιών, οι λαοί του βορρά ανάμιξαν και στοιχεία από αρχαιότερους μύθους, όπως τα ξωτικά, το άστρο του βορρά, το έλκηθρο. Έτσι δημιουργήθηκε ο μύθος του Σάντα Κλάους, ενός ευτραφούς τύπου με στρογγυλά γυαλιά λευκά γένια, κόκκινη στολή και μαγικές ικανότητες, ο οποίος κατοικεί στο Βόρειο Πόλο και περιστοιχίζεται από νεράιδες του χιονιού και ξωτικά.
Ο Άγιος Νικόλαος εικονογραφείται στην ορθόδοξη παράδοση, ως γέροντας, ασπρογένης επίσκοπος και επειδή την πρώτη του Γενάρη γιορτάζει ο Άγιος Βασίλειος και συνηθίζουμε να προσφέρουμε δώρα την Πρωτοχρονιά, συνδυάστηκε το όνομα του εορτάζοντος Αγίου Βασιλείου με τη μορφή του άλλου Αγίου, του Αγίου Νικολάου, ο οποίος θεωρείται στη Δύση ως ο καλός παππούς Άγιος, που μοιράζει τα δώρα.
Το ποδαρικό
Η πρόληψη ορίζει και λέειέτσι:
«Ό,τι είναι αυτός πού θα πατήσει πρώτος στο σπίτι σου
την πρωτοχρονιά τέτοια θα έχεις όλο το χρόνο».
Δηλαδή, εξηγούμενο και ερμηνευμένο το πράμα από τη γιαγιά Ελπινίκη, λέει:
- Φτωχός μπήκε; Φτώχεια θα 'χεις όλο το χρόνο.
- Αδύνατος και χλωμός; θα αρρωστήσεις και θα χλομιάσεις.
- Ο οδοκαθαριστής για να πάρει τον μπουναμά του; Σκουπίδια θα 'ναι γεμάτο το σπίτι σου.
-Ο υπάλληλος του ΟΤΕ; Όλο βλάβες θα έχεις.
- Ο μετρητής της ΔΕΗ; Σκοτάδια κάθε τόσο. Και νέες αυξήσεις στο ρεύμα.
- Μια χήρα μάνα; Χτύπα ξύλο...
-Ο γιατρός; αχρείαστος να είναι. Μακριά.
Έτσι τα ερμήνεψε μέσα της ή γιαγιά, και είπε η εξυπνούλα:
- Θα στείλω την εγγονούλα μου ως τη γωνία πρωί -πρωί,
για να έρθει και να μπει πρώτη αυτή στο σπίτι,
και τότες ο χρόνος θα είναι γεμάτος τρυφεράδες και ομορφιές.
Αμ' έπος, αμ' έργον.
Πήγε στο κρεββάτι της μικρής.
- Ξύπνα, χαρά μου.
- Νυστάζω, γιαγιά.
- Ξύπνα και να δεις τι θα σου δώσω άμα γυρίσεις.
- Από πού, γιαγιά;
-Ως εκεί, στη γωνία, θα πας.
- Τι θα μου δώσεις, γιαγιά;
- Μια κούκλα που ανοιγοκλείνει τα μάτια της.
- Και γιατί να πάω ως τη γωνία;
- Αυτό το ξέρουμε εμείς οι μεγάλοι και πολύξεροι.
Δεν είναι για σας τα παιδιά ακόμα. Έλα. Σήκω.
Σηκώθηκε η μικρή. Την έπλυνε, την έντυσε με τα γιορτινά της η γιαγιά, της έβαλε μια άσπρη κορδέλλα στα μαλλιά, της φόρεσε τα λουστρίνια παπουτσάκια της, της έδωσε και λουλούδια στο δεξί χεράκι της (για να ευωδιάζει το σπίτι όλο το χρόνο, είπε μέσα της), την πήγε στην πόρτα, άνοιξε,
- Ως εκεί στη γωνία θα πας, Ευτυχία μου, και θα γυρίσεις και η κούκλα θα είναι δική σου, της είπε και την έσπρωξε απαλά με την ανοιχτή παλάμη της στην πλατούλα της.
Κίνησε το κοριτσάκι.
Έκλεισε την πόρτα η γιαγιά (πρέπει να χτυπήσει και να ανοίξω για να πιάσει, μονολόγησε).
Πήγε και γύρισε το κοριτσάκι, βρήκε κλειστή την πόρτα.
- Γιαγιά, γιαγιά, γύρισα, άνοιξε μου. Γιατί έκλεισες; φώναξε.
Άνοιξε εκείνη.
- Μπες, Ευτυχία μου, είπε αγαλλόμενη και έβαλε την κούκλα στα χέρια της μικρής.
Τώρα θα ευτυχεί το σπίτι όλη τη χρονιά, είπε και έσκυψε και φίλησε την εγγονή της.
Ωραίος και εύκολος τρόπος για ευτυχία τούτη η πρόληψη.
Να 'ταν όμως αληθινός...
«Ό,τι είναι αυτός πού θα πατήσει πρώτος στο σπίτι σου
την πρωτοχρονιά τέτοια θα έχεις όλο το χρόνο».
Δηλαδή, εξηγούμενο και ερμηνευμένο το πράμα από τη γιαγιά Ελπινίκη, λέει:
- Φτωχός μπήκε; Φτώχεια θα 'χεις όλο το χρόνο.
- Αδύνατος και χλωμός; θα αρρωστήσεις και θα χλομιάσεις.
- Ο οδοκαθαριστής για να πάρει τον μπουναμά του; Σκουπίδια θα 'ναι γεμάτο το σπίτι σου.
-Ο υπάλληλος του ΟΤΕ; Όλο βλάβες θα έχεις.
- Ο μετρητής της ΔΕΗ; Σκοτάδια κάθε τόσο. Και νέες αυξήσεις στο ρεύμα.
- Μια χήρα μάνα; Χτύπα ξύλο...
-Ο γιατρός; αχρείαστος να είναι. Μακριά.
Έτσι τα ερμήνεψε μέσα της ή γιαγιά, και είπε η εξυπνούλα:
- Θα στείλω την εγγονούλα μου ως τη γωνία πρωί -πρωί,
για να έρθει και να μπει πρώτη αυτή στο σπίτι,
και τότες ο χρόνος θα είναι γεμάτος τρυφεράδες και ομορφιές.
Αμ' έπος, αμ' έργον.
Πήγε στο κρεββάτι της μικρής.
- Ξύπνα, χαρά μου.
- Νυστάζω, γιαγιά.
- Ξύπνα και να δεις τι θα σου δώσω άμα γυρίσεις.
- Από πού, γιαγιά;
-Ως εκεί, στη γωνία, θα πας.
- Τι θα μου δώσεις, γιαγιά;
- Μια κούκλα που ανοιγοκλείνει τα μάτια της.
- Και γιατί να πάω ως τη γωνία;
- Αυτό το ξέρουμε εμείς οι μεγάλοι και πολύξεροι.
Δεν είναι για σας τα παιδιά ακόμα. Έλα. Σήκω.
Σηκώθηκε η μικρή. Την έπλυνε, την έντυσε με τα γιορτινά της η γιαγιά, της έβαλε μια άσπρη κορδέλλα στα μαλλιά, της φόρεσε τα λουστρίνια παπουτσάκια της, της έδωσε και λουλούδια στο δεξί χεράκι της (για να ευωδιάζει το σπίτι όλο το χρόνο, είπε μέσα της), την πήγε στην πόρτα, άνοιξε,
- Ως εκεί στη γωνία θα πας, Ευτυχία μου, και θα γυρίσεις και η κούκλα θα είναι δική σου, της είπε και την έσπρωξε απαλά με την ανοιχτή παλάμη της στην πλατούλα της.
Κίνησε το κοριτσάκι.
Έκλεισε την πόρτα η γιαγιά (πρέπει να χτυπήσει και να ανοίξω για να πιάσει, μονολόγησε).
Πήγε και γύρισε το κοριτσάκι, βρήκε κλειστή την πόρτα.
- Γιαγιά, γιαγιά, γύρισα, άνοιξε μου. Γιατί έκλεισες; φώναξε.
Άνοιξε εκείνη.
- Μπες, Ευτυχία μου, είπε αγαλλόμενη και έβαλε την κούκλα στα χέρια της μικρής.
Τώρα θα ευτυχεί το σπίτι όλη τη χρονιά, είπε και έσκυψε και φίλησε την εγγονή της.
Ωραίος και εύκολος τρόπος για ευτυχία τούτη η πρόληψη.
Να 'ταν όμως αληθινός...
Η ιστορία της Βασιλόπιτας
Κάποια μέρα όμως, ένας αχόρταγος στρατηγός - τύραννος της περιοχής, ζήτησε να του δοθούν όλοι οι θησαυροί της πόλης της Καισαρείας, αλλιώς θα πολιορκούσε την πόλη για να την κατακτήσει και να την λεηλατήσει.
Ο Μέγας Βασίλειος ολόκληρη τη νύχτα προσευχόταν να σώσει ο Θεός την πόλη. Ξημέρωσε η νέα μέρα και ο στρατηγός αποφασισμένος με το στρατό του περικύκλωσε αμέσως την Καισαρεία.
Μπήκε με την ακολουθία του και ζήτησε να δει το Δεσπότη, ο οποίος βρισκόταν στο ναό και προσευχόταν. Με θράσος και θυμό ο αδίστακτος στρατηγός απαίτησε το χρυσάφι της πόλης καθώς και ότι άλλο πολύτιμο υπήρχε στην πόλη. Ο Μέγας Βασίλειος απάντησε ότι οι άνθρωποι της πόλης του δεν είχαν τίποτε άλλο πέρα από πείνα και φτώχια, δεν είχαν να δώσουν τίποτε αξιόλογο στον άρπαγα στρατηγό.
Ο στρατηγός με το που άκουσε αυτά τα λόγια θύμωσε ακόμα περισσότερο και άρχισε να απειλεί τον Μέγα Βασίλειο ότι θα τον εξορίσει πολύ μακριά από την πατρίδα του ή κι ακόμη μπορεί να τον σκοτώσει.
Οι χριστιανοί της Καισαρείας αγαπούσαν πολύ το Δεσπότη τους και θέλησαν να τον βοηθήσουν. Μάζεψαν λοιπόν από τα σπίτια τους ότι χρυσαφικά είχαν και του τα πρόσφεραν , ώστε δίνοντάς τα στο σκληρό στρατηγό να σωθούν. Στο μεταξύ ο ανυπόμονος στρατηγός κόντευε να σκάσει από το κακό του. Διέταξε αμέσως το στρατό του να επιτεθεί στο φτωχό λαό της πόλης.
Ο Δεσπότης, ο Μέγας Βασίλειος, που ήθελε να προστατέψει την πόλη του προσευχήθηκε και μετά παρουσίασε στο στρατηγό ότι χρυσαφικά είχε μαζέψει μέσα σε ένα σεντούκι. Τη στιγμή όμως που ο στρατηγός πήγε να ανοίξει το σεντούκι και να αρπάξει τους θησαυρούς, με το που ακούμπησε τα χέρια του πάνω στα χρυσαφικά έγινε το θαύμα! Όλοι οι συγκεντρωμένοι είδαν μια λάμψη και αμέσως μετά έναν λαμπρό καβαλάρη να ορμάει με το στρατό του επάνω στον σκληρό στρατηγό και τους δικούς του. Σε ελάχιστο χρόνο ο κακός στρατηγός και οι δικοί του αφανίστηκαν. Ο λαμπρός καβαλάρης ήταν ο Άγιος Μερκούριος και στρατιώτες του οι άγγελοι.
Έτσι σώθηκε η πόλη της Καισαρείας. Τότε ο Μέγας Βασίλειος βρέθηκε σε δύσκολη θέση! Θα έπρεπε να μοιράσει τα χρυσαφικά στους κατοίκους της πόλης και η μοιρασιά να είναι δίκαιη, δηλαδή να πάρει ο καθένας ό,τι ήταν δικό του. Αυτό ήταν πολύ δύσκολο. Προσευχήθηκε λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος και ο Θεός τον φώτισε τι να κάνει. Κάλεσε τους διακόνους και τους βοηθούς του και τους είπε να ζυμώσουν ψωμάκια, όπου μέσα στο καθένα ψωμάκι θα έβαζαν και λίγα χρυσαφικά. Όταν αυτά ετοιμάστηκαν, τα μοίρασε σαν ευλογία στους κατοίκους της πόλης της Καισαρείας.
Στην αρχή όλοι παραξενεύτηκαν, μα η έκπληξή τους ήταν ακόμη μεγαλύτερη όταν κάθε οικογένεια έκοβε το ψωμάκι αυτό κι έβρισκε μέσα τα χρυσαφικά της.
Ήταν λοιπόν ένα ξεχωριστό ψωμάκι , η βασιλόπιτα που έφερνε στους ανθρώπους χαρά κι ευλογία μαζί. Από τότε φτιάχνουμε κι εμείς τη βασιλόπιτα με το φλουρί μέσα, την πρώτη μέρα του χρόνου, τη μέρα του Αγίου Βασιλείου.
Στη Μάνη συνηθίζουνε και λένε
«Του Χριστού χριστόψωμα,
τα Φώτα τηγανίδες
και τη Λαμπρή τυρόπιτες
τ' Άγιου Πετριού κουλούρες»
Η βασιλόπιτα έχει έχει πάντα την πρώτη θέση στο Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι,
πλάι στους κουραμπιέδες, τα μελομακάρονα, τις δίπλες και τα άλλα γλυκά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου